Καλώς Ήλθατε!

Ο τίτλος αυτού του ιστολογίου είναι επίτηδες διαλεγμένος! Ξέρω πως ακούγεται σαν ‘’Η οδύσσεια ενός ξενιτεμένου’’! Αλλά η πρόθεση μου είναι διαφορετική, από τον προφανώς σατυρικό χαρακτήρα του. Εδώ πρόκειται να δημοσιευθούν διάφορες σκέψεις μου, που δημοσίευσα σχετικά με τα γεγονότα από την 25η Μαΐου και μετά, σε διάφορες ηλεκτρονικές σελίδες.

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

«Κρεμάστε τον στο Σύνταγμα»​ - Στην Ελλάδα Κάποιοι Ψοφάνε να Επιστρέψει η Θανατική Ποινή

Κάθε φορά που ένα έγκλημα παρουσιάζεται στις ειδήσεις, ακούγεται κάποια ατάκα για κάποια ηλεκτρική καρέκλα. Κάτι δεν πάει καλά.

Τα ξημερώματα της 25ης Αυγούστου 1972 στο πεδίο βολής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ), στο Ηράκλειο Κρήτης, πραγματοποιήθηκε η τελευταία εκτέλεση που έγινε σε βαρυποινίτη που καταδικάστηκε σε θάνατο, στην Ελλάδα. Η Χούντα δεν είχε πέσει ακόμα. Αν και εκείνο το διάστημα ήταν αρκετοί εκείνοι που εκτελούνταν λόγω πολιτικών φρονημάτων από τη δικτατορία των Συνταγματαρχών, η εκτέλεση του Λυμπέρη έγινε για αδίκημα του Ποινικού Δικαίου.
Καταδικάστηκε σε τέσσερις φορές ισόβια για τη δολοφονία της γυναίκας του, της πεθεράς του και των δυο παιδιών του, τους οποίους έκαψε ζωντανούς. Μετά το αδίκημα, το οποίο διέπραξε μεθυσμένος, ο ίδιος είπε πως «Ο κάθε άνθρωπος δημιουργεί κάτι στη ζωή του. Αυτό που δημιούργησα εγώ δεν υπάρχει πλέον. Γιατί να ζω;» και αρνήθηκε να ζητήσει χάρη.
Οι εφημερίδες της εποχές κατέγραψαν το σοκαριστικό έγκλημα του Λυμπέρη.
Την ημέρα που θα εκτελούσαν τον Λυμπέρη, σύμφωνα με τον νόμο, ο μελλοθάνατος θα έπρεπε να δει την πρώτη αχτίδα του ήλιου να ανατέλλει και μετά να πεθάνει. Εκείνο το πρωί ανέτειλε στις 5:51 το πρωί. Ο ίδιος ζήτησε να του δέσουν τα μάτια και αν είναι δυνατόν να καλύψουν τα αυτιά του για να μην ακούει τα παραγγέλματα, ενώ αρκετοί απ' όσους βρίσκονταν στο σημείο κρύφτηκαν σε θάμνους για να μην δουν το θέαμα. Σύμφωνα με μαρτυρίες ανθρώπων που βρίσκονταν εκεί, «τα όπλα χόρευαν πάνω στα χέρια των 20χρονων στρατιωτών που θα πυροβολούσαν, γιατί δεν μπορούσαν να το κάνουν. Από τα 10 ντουφέκια που κρατούσαν, τα πέντε είχαν σφαίρες και τα υπόλοιπα όχι, για να μην γνωρίζουν και οι ίδιοι οι φαντάροι ποια σφαίρα τον σκότωσε ώστε να μην κουβαλούν τις τύψεις και τη σκέψη πως σκότωσαν κάποιον». Η διαδικασία ήταν σοκαριστική ακόμη και την εποχή της μαύρης επταετίας που ο θάνατος ήταν ένα φαινόμενο καθημερινό.
Ο Λυμπέρης έπεσε νεκρός, ωστόσο το πρωτόκολλο ήθελε τον αξιωματικό να δίνει άλλη μια χαριστική βολή. Ο έφεδρος τράβηξε το πιστόλι, είπε «δεν μπορώ» και δεν κατάφερε να το κάνει. Έτσι διέταξε τον επιλοχία να το πράξει, κι εκείνος υπάκουσε. Αυτή ήταν η τελευταία χαριστική βολή στην Ελλάδα, αφού η θανατική ποινή δεν εφαρμόστηκε ξανά και καταργήθηκε δια νόμου στις αρχές της δεκαετίας του '90. Ο άνθρωπος που ακουλούθησε εκείνες τις εντολές και πυροβόλησε, για καιρό έλεγε «Οι άλλοι στρατιώτες δεν ξέρουν που πήγε η σφαίρα τους. Εγώ ξέρω. Η δική μου τον βρήκε στο κεφάλι», φανερώνοντας πόσο βάρβαρη διαδικασία αποτελεί και για τους εκτελεστές η εκπλήρωση της θανατικής ποινής. Ο Λυμπέρης ήταν ήδη νεκρός, όμως το ότι τον πυροβόλησε έστω κι έτσι ήταν κάτι αβάσταχτο.

«Σκοτώστε τον»

Την προηγούμενη εβδομάδα, μετά την τραγική δολοφονία της εξάχρονης Στέλλας από τον πατέρα της, μια μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας αφέθηκε στο θυμικό της και άρχισε να αποζητά τον θάνατο του δράστη. «Προσπαθώ εδώ και χρόνια να κάνω παιδιά και δεν μπορώ. Παράλληλα έχω μπει σε όλο αυτό τον κυκεώνα των υιοθεσιών και περιμένω εδώ και χρόνια να υιοθετήσω ένα παιδί. Ο πατέρας που σκότωσε την κόρη του αξίζει να πεθάνει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο». Η παραπάνω τοποθέτηση ήταν η πιο ψύχραιμη από αυτές που άκουσα όσων τάσσονταν υπέρ της επαναφοράς της θανατικής ποινής στην Ελλάδα. Οι πιο ακραίες φωνές απαρτίζονταν από λέξεις όπως «αγχόνη» και «Σύνταγμα», ενώ για δύο μέρες τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης έβραζαν από ανθρώπους που θα έπαιρνες όρκο ότι θα μπορούσαν να αυτοδικήσουν και να οδηγήσουν τον παιδοκτόνο σε κάποια σύγχρονη γκιλοτίνα οι ίδιοι.

Τώρα που χαμήλωσαν οι φωνές για το αδικοχαμένο εξάχρονο κορίτσι που δολοφονήθηκε τόσο τραγικά τα ξημερώματα της προηγούμενης Πέμπτης, είναι μάλλον η στιγμή να συζητηθεί το ίδιο ζήτημα που προέκυψε - σε εμφανώς μεγαλύτερη κλίμακα. Το ίδιο ζήτημα που προκύπτει μετά από κάθε δολοφονία, βιασμό ή κακοποίηση μικρού παιδιού, μετά από κάθε δολοφονία ή έγκλημα που διαπράτεται με περίεργο και ειδεχθή τρόπο.

Έρευνες δείχνουν πως τελικά η θανατική ποινή δεν έχει καμιά αποτρεπτική ικανότητα.
Δικαιολογημένα η οργή ξεχειλίζει σε περιπτώσεις που αφορούν κυρίως παιδιά. Διότι τα παιδιά, τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας, είναι εκείνα που χρήζουν περισσότερης προστασίας. Όταν δε, το έγκλημα διαπράτεται από κάποιο μέλος της οικογένειας και πόσο μάλλον τον πατέρα ή τη μητέρα του παιδιού, κατατάσσεται εύκολα στα αποτρόπαια εγκλήματα. Ένας άνθρωπος που σκοτώνει το σπλάχνο του και μετά το τεμαχίζει ή το πετάει στα σκουπίδια, φανερώνει δίχως άλλο τη ζοφερότητα της ανθρώπινης φύσης και σου πετάει στα μούτρα όλες τις φριχτές αλήθειες της ζωής. Αλήθειες που συμβαίνουν δίπλα σου, αλλά είναι ειλικρινά ακατανόητες για έναν κοινό νου. Ποιό μυαλό μπορεί να συλλάβει πως ένας πατέρας σκότωσε το παιδί του, στη συνέχεια το έβαλε σε σακούλες σκουπιδιών και το πέταξε σε κάδο απορριμάτων; Και μόνο η σκέψη πως αυτό συνέβη ένα απλό βράδυ Πέμπτης, σε μια συνηθισμένη γειτονιά της Αθήνας, σε αφήνει άναυδο και γεμάτο απορίες για το τι γινόταν στο μυαλό του εκείνη τη στιγμή. 

Κάποιοι θέλουν να υπάρχουν πληρωμένοι δήμιοι

Το ίδιο άναυδο όμως σε αφήνει και η σκέψη και η θέληση των ανθρώπων που θα ήθελαν ο δράστης να τιμωρηθεί με αργό και βασανιστικό θάνατο ή με τους παραπάνω τρόπους. Εκεί ξεδιπλώνεται μια άλλη πλευρά, ζοφερή, απόλυτα και χαοτικά τρομακτική, που αποδεικνύει πως οι άνθρωποι απορρίπτουν τη ζωή και συμπορεύονται με τον θάνατο, χωρίς να υπολογίσουν τις τρομακτικές συνέπειες που μπορεί να έχει ένας τέτοιος κύκλος διαδικασιών, όπως αυτός της θανατικής ποινής.

Agent Orange: Ο Έλληνας που Βοηθά τα Θύματα του Βιετνάμ

Όταν ένας άνθρωπος εκτελεί έναν άλλο άνθρωπο, οποιοδήποτε έγκλημα κι αν έχει διαπράξει αυτός που έχει δεχτεί τη θανατική ποινή, οι συνέπειες είναι τρομακτικές για τον εκτελεστή. Η μερίδα του κόσμου που ζητά να βρεθεί ένας εγκληματίας δύο μέτρα κάτω από το χώμα, προφανώς δεν σκέφτεται πως μέσα σε αυτό τον κύκλο θανάτων θρηνούμε περισσότερα θύματα απ' όσα μπορούμε να αντέξουμε. Στον τελικό απολογισμό, έχουμε το αρχικό θύμα και την οδύνη της οικογένειας του, τον θάνατο του θύτη και την οδύνη της δικής του οικογένειας, και ένα ακόμη κρυφό θύμα, τον άνθρωπο που μετατρέπεται σε σύγχρονο δήμιο για χρήματα.

Η εξομολόγηση ενός εκτελεστή

Ο Ντόναλντ Καμπάνα, πρώην διευθυντής αμερικανικών φυλακών υψίστης ασφαλείας, που παραιτήθηκε για να γράψει το βιβλίο «Θάνατος τα μεσάνυχτα: Η εξομολόγηση ενός εκτελεστή» και για να αφιερώσει τη ζωή του στη μάχη για την κατάργηση της θανατικής ποινής, σε μια από τις συνεντέυξεις του, έλεγε πως: «Στις 12 το βράδυ, όταν όλοι υπόλοιποι στην Πολιτεία του Μισισίπι έπεφταν για ύπνο, εγώ εκτελούσα κάποιον. Όλοι ξυπνούσαν το πρωί σαν να μην συνέβη τίποτα περίεργο. Σε κάθε άνδρα που πατούσα το κουμπί και ήξερα πως επρόκειτο να πεθάνει σκεφτόμουν μέσα μου "Τι γνώμη θα έχουν τα παιδιά μου για τον πατέρα τους; Τι σκέφτεται η γυναίκα μου;". Και αυτό συνεχώς με βάραινε. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι αρχίσουν να αναπτύσουν τη συνείδηση πως όσοι εκτελούνται είναι ένοχοι για να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στη διαδικασία».
Ο θάνατος είναι μια μη αναστρέψιμη κατάσταση.
Παράλληλα υποστήριζε πως οι πιθανότητες η Πολιτεία να εκτελέσει κάποιον αθώο είναι τεράστιες: «Ανάμεσα στους αθώους που έχουν εκτελεστεί, ο ένας ήταν στη δική μου φυλακή. Το ίδιο διάστημα κάποιοι βρήκαν από τη λίστα της θανατικής ποινής γιατί αποδείχθηκε πως είναι αθώοι. Κι άλλοι αθώοι πιθανότατα έχουν πεθάνει με αυτό τον τρόπο, και θα υπάρξουν κι άλλοι. Αυτό από μόνο του θα πρέπει να κάνει κάθε Κυβέρνηση να σταματήσει αυτή την ποινή. Η ερώτηση που πάντα προκύπτει είναι το κατά πόσο ηθικό είναι αυτό που συμβαίνει σε πολλά επίπεδα. Η Πολιτεία δεν έχει το δικαίωμα να ζητάει από μένα ή από ανθρώπους σαν κι εμένα να σκοτώνω γι' αυτή και παράλληλα να μην ξέρει καν με βεβαιότητα αν ο άνθρωπος αυτός είναι ένοχος. Και δεν έχει το δικαίωμα να περιμένει να το κάνω επαναλαμβανόμενα χωρίς συνέπειες. Όσοι πολίτες ζητούν τη θανατική ποινή δεν ζουν με αυτές τις συνέπειες».
Στο βιβλίο του, ο Καμπάνα επίσης τόνιζε πως οι πιθανότητες να υποστείς τη θανατική ποινή εξαρτώνται όχι μόνο από τη γεωγραφική θέση και τους ενόρκους, αλλά και από το αν κάποιος είναι μαύρος, από την κοινωνική τάξη και το επίπεδο μόρφωσης του κρατούμενου. Είναι ένα ζήτημα εν μέρει ταξικό και φυλετικό, δηλαδή εκ των πραγμάτων άδικο.

Περιμένοντας την εκτέλεση

Το έγκλημα συνδέεται περισσότερο με την κοινωνικοπολιτική κατάσταση της χώρας, παρά με τους νόμους περί θανατικής ποινής που υπάρχουν.Αν κάποιος κάνει τον κόπο να ασχοληθεί με τις προεκτάσεις αυτής της τιμωρίας, παρατηρεί πως για παρόμοια εγκλήματα οι άνθρωποι καταδικάζονται με διαφορετικές ποινές. Συνήθως οι πολίτες των φτωχότερων τάξεων, λαμβάνουν μεγαλύτερες ποινές από την έδρα των δικαστηρίων, κυρίως λόγω των δικηγόρων ή της έλλειψης νομικής υποστήριξης.Οι δολοφονίες ποινικοποιούνται διαφορετικά σαν να ορίζει η Πολιτεία πως οι ζωές των θυμάτων δεν έχουν την ίδια αξία. Υπάρχει αυτό το καταπληκτικό ντοκυμαντέρ για παράδειγμα, στο οποίο ένας δημοσιογράφος περνάει δύο εβδομάδες σε μια από τις μεγαλύτερες φυλακές της Αμερικής. Ανάμεσα στους ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί σε θάνατο είναι και κάποιος ο οποίος σε ένοπλη ληστεία σκότωσε έναν αστυνομικό. Τη στιγμή που και άλλοι κρατούμενοι έχουν διαπράξει δολοφονίες, στην περίπτωση του καταδικάστηκε να φοράει τη στολή με το χαρακτηριστικό "Death Row" και να περιμένει το θάνατο του επειδή σκότωσε έναν αστυνομικό.

Στο 14 Days in May, ένα ντοκιμαντέρ του BBC, καταγράφονται επίσης οι τελευταίες ημέρες ενός θανατοποινίτη αλλά και της οικογένειας του. Παράλληλα ξεδιπλώνονται όλες οι διακρίσεις που υφίστανται οι μαύροι της Αμερικής, αφού επισημαίνεται πολλάκις πως καταδικάζονται σε θάνατο πολύ πιο εύκολα από το λευκό πληθυσμό της χώρας.
Με τον ίδιο τρόπο, ο ασκός του Αιόλου ανοίγει και είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιηθεί η θανατική ποινή για αντιφρονούντες του πολιτικού συστήματος, χωρίς δίκαιες δίκες. Αν δίνεις στο κράτος το δικαίωμα να δολοφονήσει κάποιον, του δίνεις το δικαίωμα να παραβιάσει κι άλλα δικαιώματα.
Η θανατική ποινή ως μέσο κολασμού μέχρι κάποια στιγμή θεωρούνταν αυτονόητη, αλλά πλέον η ανθρώπινη ζωή έχει αποτελέσει αναμφισβήτητο πανανθρώπινο δικαίωμα, αναφαίρετο και κατοχυρωμένο τόσο συνταγματικά, όσο και με αμέτρητες διεθνείς συμβάσεις. Η Οικουμενική Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου αναγνωρίζει σε κάθε άνθρωπο το δικαίωμα στη ζωή. Το άρθρο 4 του Αφρικανικού Χάρτη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και των Λαών αναφέρει πως «η ανθρώπινη ύπαρξη είναι απαραβίαστη. Ο σεβασμός της ζωής, της σωματικής και της ψυχικής ακεραιότητας είναι δικαίωμα κάθε ανθρώπινης ύπαρξης». 

Αυτές οι εκτελέσεις είναι δυνατόν να σταματήσουν τα εγκλήματα;

Το επιχείρημα όσων ζητούν να υπάρχει η τιμωρία του θανάτου, είναι πως τα εγκλήματα και οι δολοφονίες θα σταματήσουν. Διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους, λέγοντας πως οι άνθρωποι φοβούνται περισσότερο τον θάνατο από τον εγκλεισμό και πως με τη σκέψη πως ένα αδίκημα θα τους οδηγήσει σε κάποια ηλεκτρική καρέκλα, θα σταματήσουν να εγκληματούν. Έρευνες όμως δείχνουν πως τελικά η θανατική ποινή δεν έχει καμιά αποτρεπτική ικανότητα.
Επίσης πολλά από τα αδικήματα διαπράττονται εν βρασμώ ψυχής, σε άλλα εγκλήματα ο δράστης είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών ή αλκοόλ. Πολλοί από τους δράστες τέτοιων εγκλημάτων είναι άνθρωποι με διαταραγμένη ψυχική υγεία, με αποτέλεσμα να μην κατανοούν τη σοβαρότητα του εγκλήματος που έχουν διαπράξει, αλλά ούτε και την τιμωρία τους. Στα μέρη όπου σταμάτησε να ισχύει η θανατική ποινή, τα εγκλήματα που θα τιμωρούνταν με τέτοιο τρόπο δεν αυξήθηκαν.
Πόσοι απ' αυτούς που την επικροτούν ή την επιζητούν, θα ήθελαν να ζουν σε ένα κράτος που κάνει φόνους εκ προμελέτης χρησιμοποιώντας βασανιστήρια; Ακόμη και αν με κάποιο τρόπο υποτίθεται πως διασφαλίζεται «αξιοπρεπής θάνατος», η διαδικασία στην οποία υπόκειται κάποιος ο οποίος γνωρίζει πως πηγαίνει να καθίσει σε μια καρέκλα ή σε ένα κρεβάτι για να πεθάνει είναι ένα απερίγραπτο βασανιστήριο. Σε μια προσομοίωση της διαδικασίας, μπορεί κανείς να δει πως βάζουν τέλος στη ζωή ενός θανατοποινίτη με θανάσιμη ένεση, καθώς και το τι συμβαίνει όταν δεν υπάρχει κατευθείαν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Είναι μια διαδικασία, τουλάχιστον σοκαριστική, ακόμη και όταν ξέρεις πως στο γύρισμα πήραν μέρος ηθοποιοί:
Ο θάνατος είναι μια μη αναστρέψιμη κατάσταση. Ακόμη και αν κάποιος είναι ένοχος αν καταδικαστεί σε θάνατο, του στερούμε το δικαίωμα να βελτιωθεί. Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που διέπραξαν κάποιο αδίκημα, σωφρονίστηκαν και στη συνέχεια έζησαν μια φυσιολογική ζωή πολύ μακριά από την παραβατικότητα αποδεικνύοντας πως ένας άνθρωπος μπορεί να αλλάξει. Ναι, υπάρχει η πιθανότητα να μην αλλάξει ποτέ, επειδή είτε δεν το θέλει, είτε η ψυχοπαθολογία του δεν του το επιτρέπει, όμως ποια ψυχοπαθολογία κάνει τους νομοταγείς πολίτες να προτιμούν τον θάνατο του ώστε να «ξεμπερδεύουμε» και όχι την προσπάθεια να τον επαναφέρουμε;

Ένας προμελετημένος φόνος

Το αποτέλεσμα μιας ποινής θα πρέπει να έχει πολλαπλές ιδιότητες. Αφενός θα πρέπει να ικανοποιεί το περί κοινού δικαίου αίσθημα και από την άλλη θα πρέπει να δείχνει πως μια εγκληματική πράξη είναι κολάσιμη ώστε να παραδειγματίσει την κοινωνία και να σωφρονίσει τον κακοποιό.

Η ποινή για όσους προτρέπουν στον θάνατο ενός δολοφόνου ή ενός εγκληματία, σταματά να είναι ο σωφρονισμός του παραβάτη, η ανάπλαση του χαρακτήρα του και των στοιχείων που τον οδήγησαν στο έγκλημα ή η συνειδητοποίηση της πράξης του και ο εξανθρωπισμός του. Σκοπός δεν είναι πλέον η επαναφορά του στην κοινωνία, αλλά η εξόντωση του και αυτό είναι η μέγιστη ηθική εξόντωση της κοινωνίας ολόκληρης και η παρακμή της.

Το πρόβλημα, τουλάχιστον στην Ελλάδα, δεν είναι πως οι κατηγορούμενοι κινδυνεύουν από την επαναφορά ενός τέτοιου νόμου - ευτυχώς. Το πρόβλημα εγείρεται όταν μια πολύ μεγάλη μερίδα του κόσμου υποστηρίζει το συγκεκριμένο μέσο σαν τιμωρία που θα επιφέρει την περιστολή της εγκληματικότητας. Είναι απερίγραπτο να συνειδητοποιείς πως ζεις σε μια κοινωνία που υποστηρίζει το οφθαλμόν αντί οφθαλμού, χωρίς να σκέφτεται πως έτσι θα φτάσουμε στο σημείο όπου όλος ο κόσμος στο τέλος θα μείνει τυφλός.
Ο Αλμπέρ Καμύ είχε γράψει πως : «η εσχάτη των ποινών είναι ο προμελετημένος φόνος και δεν συγκρίνεται με κανένα έγκλημα, όσο προμελετημένο και αν είναι αυτό. Αν θέλαμε να τηρήσουμε τις αναλογίες, η θανατική ποινή θα έπρεπε να χρησιμοποιείται για να τιμωρήσουμε τους εγκληματίες που είχαν προειδοποιήσει το θύμα τους για την ημερομηνία του θανάτου του ώστε να γνωρίζει ότι από εκείνη τη στιγμή και μετά βρίσκεται στο έλεος του δολοφόνου του. Τέτοιο τέρας όμως δεν συναντάται στον κόσμο».
Πηγή:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου